Η ώρα του φαγητού. Η εξουδετέρωση της υπερηφάνειας


Κάποτε, καθώς περνοῦσε ἔξω ἀπό ἕνα σπίτι, εἶδε ἀπό τ’ ἀνοιχτό παράθυρο τό νοικοκύρη νά κάθεται στό τραπέζι καί νά τρώει μέ τή γυναίκα του καί τά παιδιά του.  Φαίνονταν πολύ φτωχοί.  Παρατήρησε ὅμως, ὅτι δίπλα σέ καθένα ἀπό τά μέλη τῆς οἰκογένειας παραστεκόταν κι ἀπό ἕνας ὡραῖος καί λαμπροφορεμένος νέος.

-Ἄλλο καί τοῦτο! μονολόγησε παραξενεμένος ὁ ὅσιος. Οἱ καθισμένοι εἶναι φτωχοί. Τί λέω φτωχοί; Πάμφτωχοι.  Καί οἱ ὄρθιοι, οἱ διακονητές τους, εἶναι λαμρποφορεμένοι!

Τήν ἀπορία του ἔλυσε ὁ Κύριος, πού τοῦ ἐξήγησε τό παράδοξο θέαμα: Οἱ νέοι ἐκεῖνοι ἦταν ἄγγελοι. Αὐτοί στέλνονται ἀπό τό Θεό γιά νά παραστέκουν τούς χριστιανούς τήν ὥρα τοῦ φαγητοῦ. Ἄν, τρώγοντας λένε λόγια ὠφέλιμα καί κατανυκτικά, οἱ ἄγγελοι χαίρονται καί εὐφραίνονται μαζί τους.

 Ἄν ὅμως ἀκουστεῖ στό τραπέζι αἰσχρολογία ἤ κατάκριση, παρευθύς, ὅπως ὁ καπνός διώχνει τίς μέλισσες, ἔτσι καί ...
ὁ κακός λόγος διώχνει τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ.  Καί μόλις φύγουν οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, ἔρχεται ἕνας ζοφερός δαίμονας καί κυλιέται ἀνάμεσα στούς φλύαρους καί λοίδορους συνδαιτημόνες, σκορπίζοντας γύρω του καπνιά καί δυσωδία.

 Ἀπό τά λόγια λοιπόν καί τίς συζητήσεις τῶν χριστιανῶν στό τραπέζι, ἐξαρτᾶται ἡ παρουσία εἴτε τῶν ἀγγέλων τοῦ φωτός εἴτε τῶν πνευμάτων τοῦ σκότους.

Ἡ ἐξουδετέρωση τῆς ὑπερηφάνειας

Χάρη σ’ ὅλες αὐτές τίς διδαχές καί ἀποκαλύψεις του, ὁ ὅσιος εἶχε γίνει γνωστός σέ ἀρκετούς, πού ἔτρεχαν νά τόν ἀκούσουν καί νά ὠφεληθοῦν. Μερικοί μάλιστα τόν τιμοῦσαν σάν ἅγιο.

Κάποια μέρα λοιπόν τόν ἐπισκέφθηκε κι ἕνας ἀδελφός, πού διψοῦσε νά μάθει πολλά ἀπ’ αὐτόν.  Καί σέ μιά στιγμή, καθώς συζητοῦσαν, τοῦ λέει:

-Πάτερ, ἀπορῶ  μαζί σου, πῶς δέν ὑπερηφανεύεσαι, πού τόσοι σέ τιμοῦν καί σέ παινεύουν;

-Μά δέν ξέρεις παιδί μου πῶς;

-Ὄχι, πάτερ. Ἄν τό ἤξερα, δέν θά ρωτοῦσα τήν ἁγιωσύνη σου.

-Ἔ, τότε ἄκουσε. Δυό καί τρεῖς καί τέσσερις φορές κάθε μέρα φέρνω στό νοῦ μου τίς ἁμαρτίες μου, πού ἔκανα τόν καιρό τῆς ἀποστασίας μου.  Καί ὅσο τίς σκέφτομαι, τόσο σπαράζει ἡ ψυχή μου, γιατί , χωρίς ἀμφιβολία, δέν βρίσκω πώς ἔκανα ποτέ κάτι ἀρεστό στό Θεό. Ὅταν πάλι ἀκούω κανένα ἔπαινο γιά μένα, ἐξουθενώνω καί τόν ἑαυτό μου καί τόν ἔπαινο. Ἐσύ, λόγου χάρη, μ’ ἐπαινεῖς μιά-δυό φορές τήν ἑβδομάδα; Ἐγώ ὅμως, ἀπό τήν ἄλλη, ἀδιάκοπα βρίζω τόν ἑαυτό μου καί τόν ἐξευτελίζω καί τόν σιχαίνομαι σάν ψόφιο σκυλί, σκουληκιασμένο καί βρωμισμένο.  Νά γιατί λοιπόν δέν ὑπερηφανεύομαι.

Ἕνας Ἀσκητής Ἐπίσκοπος - Ὅσιος Νήφων  Ἐπίσκοπος Κωνσταντιανῆς
(σελ.89-91) - Ἱερὰ Μονή Παρακλήτου - Ὠρωπος Ἀττικῆς 2004


agiameteora.net

http://perivolipanagias.blogspot.gr/2016/09/blog-post_519.html#more