Τὸ BBC μᾶς μιλᾶ γιὰ τὴν ἑλληνικὴ λέξη ποὺ δὲν μεταφράζεται

Εἶναι μιὰ λέξη ποὺ διαχρονικὰ θὰ λέγαμε ὅτι χαρακτηρίζει τὴν Ἑλλάδα. Καὶ εἶναι μιὰ λέξη ποὺ χρησιμοποιοῦμαι συχνά. Ὡστόσο, ἐὰν προσπαθήσουμε νὰ τὴν μεταφράσουμε σὲ ἄλλη γλώσσα, εἶναι ἀλήθεια ὅτι θὰ δυσκολευτοῦμε. Ἡ λέξη ποὺ ἀναφερόμαστε εἶναι τὸ «φιλότιμο» καὶ το BBC, στὸ ἀφιέρωμά του μὲ τίτλο «The Greek word that cant ’t be translated», μᾶς μιλᾶ γιὰ τὴν ἀρετὴ ποὺ κρύβει ἐννοιολογικὰ ἡ λέξη αὐτή.
Στὴν προσπάθειά του νὰ τὴν ἐξηγήσει στὸ βρετανικὸ ἀναγνωστικὸ κοινό, ὁ ἀρθρογράφος τὴν περιγράφει ὡς τὴν «ἀγάπη γιὰ τὴν τιμή». παραδέχεται ὡστόσο ὅτι ἡ μετάφραση εἶναι ἀνεπαρκὴς νὰ περιγράψει τὸ πραγματικὸ νόημα τῆς λέξης. Καὶ αὐτὸ γιατί μέσα σὲ μόνο τέσσερις συλλαβές, συμπυκνώνει τόσες ἀρετές, ποὺ ἁπλὰ εἶναι ἀδύνατο νὰ μεταφραστεῖ.
Ξεκινᾶ τὴν περιγραφὴ ἀπὸ τὸ Τολό, στὴν ἀνατολικὴ ἀκτὴ τῆς Πελοποννήσου, ὅπου ἕνας Γερμανὸς δημόσιος ὑπάλληλος καὶ συγγραφέας, ὁ Andreas Deffner, μαθαίνει γιὰ...
πρώτη φορὰ τί σημαίνει ἡ λέξη «φιλότιμο».
«Καλημέρα, πῶς εἶστε;» τὸν ρωτάει ἕνα πρωινὸ ἡ γιαγιὰ Βαγγελιῶ, ἡ ἰδιοκτήτρια τοῦ καταλύματος ποὺ ἔμενε.
«Ἔτσι κι ἔτσι» ἀπαντάει ἐκεῖνος, νυσταγμένα.
Μετὰ ἀπὸ λίγο ἡ γιαγιὰ Βαγγελιῶ καὶ ἡ κόρη τῆς Εἰρήνη, τοῦ προσφέρουν ἕνα πιάτο (ζεστῆς φυσικὰ) κοτόσουπας. Τὴν ἔφαγε βέβαια, ἀφοῦ τὰ μάτια τόσο τῆς κυρᾶς Βαγγελιῶς καὶ τῆς κόρης τῆς Εἰρήνης ἦταν καρφομένα πάνω του ὅσο ἔτρωγε ὡστόσο λίγο ἀργότερα, καὶ ἐνῶ ἔχει λιώσει ἀπὸ τὸν ἱδρώτα ποὺ τοῦ προκάλεσε ἡ ζεστὴ σούπα, ρώτησε τὸν γιὸ τῆς κυρᾶς Βαγγελιῶς, Περικλῆ, τί ἀκριβῶς συνέβη.
«Εἶπες στὴν Βαγγελιῶ ὅτι δὲν αἰσθανόσουν καλά;«, τὸν ρώτησε ὁ Περικλῆς,
«Ὁρίστε; Ἁπλὰ εἶπα ὅτι ἤμουν ἔτσι κι ἔτσι».
«Ἂν ἀπαντήσεις "ἔτσι κι ἔτσι", οἱ ντόπιοι νομίζουν ὅτι εἶσαι ἄρρωστος καὶ τὸ φιλότιμό τους, τοὺς κάνει νὰ θέλουν νὰ σὲ βοηθήσουν νὰ αἰσθανθεῖς καλύτερα, ἐξ οὐ καὶ ἡ σούπα», τοῦ ἐξήγησε ὁ Περικλῆς γελώντας.
Αὐτὸ τὸ περιστατικὸ στάθηκε ἡ αἰτία γιὰ νὰ γράφει τὸ βιβλιο Filotimo!: Abenteuer, Alltag und Krise in Griechenland που μιλᾶ μόνο γιὰ τὸ «φιλότιμο».
Ὑπάρχει ἕνα μεγάλο debate γύρω ἀπὸ... τὴν ἑρμηνεία τῆς λέξης, δεδομένου ὅτι ἀνήκει στὸ πάνθεον τῶν στοιχείων λεξικολογίας ποὺ ἀψηφοῦν τὴν εὔκολη ἐξήγηση. Ἡ «ἀγάπη γιὰ τὴν τιμή», ποὺ θεωρεῖται ἡ ἐπίσημη μετάφραση, εἶναι μιὰ χρηστικὴ ὅσο καὶ ἀνεπαρκὴς προσπάθεια ἀπόδοσής της.
Ἔτσι τὸ BBC ρώτησε πολλοὺς Ἕλληνες γιὰ τὸ τί σημαίνει ἡ λέξη «φιλότιμο» καὶ πῆρε πολλὲς ἀπαντήσεις. «Νὰ κάνεις τὸ σωστό», λέει ἡ γιατρὸς Πηνελόπη Καλαφάτη. «Νὰ ἀγαπᾶς καὶ νὰ τιμᾶς τὸν Θεὸ καὶ τὴν κοινωνία», ἀπαντᾶ ὁ ἱερέας Νικόλας Παπανικολάου. 
«Νὰ προσπαθεῖς γιὰ τὴν τελειότητα» λέει ὁ ἠθοποιὸς Κωστὴς Θωμόπουλος. «Νὰ βγαίνεις ἀπὸ τὸ comfort zone σοῦ γιὰ νὰ βοηθήσουμε κάποιον ποὺ ἔχει ἀνάγκη», λέει ἡ Τατιάνα Παπαδοπούλου, ἐθελόντρια στὸ camp προσφύγων στὴ Μαλακάσα.
Ἔτσι, ὄχι μόνο ἡ λέξη παραμένει ἀμετάφραστη, ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιοι οἱ Ἕλληνες δυσκολεύονται νὰ συμφωνήσουν σὲ ἕναν ἑνιαῖο ὁρισμό.
«Ἡ μυθολογία ποὺ συνοδεύει αὐτὴν τὴν ἀόριστη ἰδέα δὲν ἔχει προηγούμενο. Πράγματι, ἡ λέξη εἶναι ἀδύνατο νὰ μεταφραστεῖ μὲ ἀκρίβεια σὲ καμία γλώσσα», ἐξηγεῖ ὁ Βασίλειος Π. Βερτουδάκης, λέκτορας τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Φιλολογίας στὸ Ἐθνικὸ καὶ Καποδιστριακὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν. «Ὡστόσο, τὸ φιλότιμο ἀποτελεῖ δομικὸ στοιχεῖο τῆς ἑλληνικῆς ἰδιοσυγκρασίας λόγω τῆς μοναδικῆς θέσης τῆς Ἑλλάδας σὲ σχέση μὲ αὐτὸ ποὺ ἀποκαλοῦμε Δύση». Ὅπως ἐξηγεῖ, ἡ λέξη προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ λέξη «φιλοτιμία», τῆς ὁποίας ἡ πρώτη ἐπιβεβαιωμένη γραπτὴ ἀναφορὰ χρονολογεῖται στὴν αὐγὴ τῆς ἑλληνικῆς κλασικῆς περιόδου (6ος καὶ 7ος αἰώνας π.Χ.) στὰ γραπτά το λυρικοῦ ποιητῆ Πίνδαρου.
Γιὰ τὸν Πίνδαρο καὶ ἄλλους ποιητὲς τῆς ἐποχῆς, ἡ λέξη σήμαινε ἀγάπη γιὰ τὴν τιμὴ ἢ τὴ διάκριση ἢ τὴ φιλοδοξία, συχνὰ ὅμως μὲ ἀρνητικὴ χροιά. Στὴ μυθολογία, γιὰ παράδειγμα, τὸ «φιλότιμό» του Ἀχιλλέα πλήττεται ὅταν ὁ βασιλιὰς Ἀγαμέμνονας τοῦ παίρνει τὴ Βρισηίδα ποὺ ἦταν τὸ ἔπαθλο γιὰ τὴν ἀνδρεία του στὸ πεδίο τῆς μάχης.
Μόνο μετὰ τὴν ἑδραίωση τῆς Δημοκρατίας στὴν κλασικὴ Ἀθήνα γύρω στὸ 4ο - 5ο αἰώνα π.Χ., ὅταν ὁ ἀνταγωνισμὸς ἀντικαθίσταται ἀπὸ τὴ συνεργασία, ἡ λέξη ἀποκτᾶ πιὸ θετικὴ χροιά. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, «ἕνας ἄνθρωπος μὲ φιλότιμο» σήμαινε κάποιος ποὺ ἀρέσκεται στοὺς ἐπαίνους τῆς πόλης του, ὑπηρετώντας ὡστόσο, πρῶτα τὴν κοινότητα», λέει ὁ κ. Βερτουδάκης.
Ἡ ἔννοια πραγματικὰ «ἀπογειώθηκε» κοντὰ στὸν 15ο αἰώνα, ὅταν οἱ Ὀθωμανοὶ σκλάβωσαν τὴν Ἑλλάδα, μείωσαν τὴν ἐκπαίδευση καὶ ἐπέβαλαν ὑψηλὴ φορολογία καὶ ἀπέκοψαν γιὰ αἰῶνες τὴ χώρα ἀπὸ τὴ Δυτικὴ Εὐρώπη.
«Ἐνῶ ἡ Δύση βίωνε τὸν Διαφωτισμό, ἀνέπτυσσε σύγχρονα κράτη συνδέοντας τὰ ἄτομα μὲ τὸ κράτος δικαίου καὶ τὴν αἴσθηση τῆς εὐθύνης, οἱ ὑποταγμένοι Ἕλληνες ἀνέπτυσσαν δεσμοὺς μὲ κριτήριο τὴν ὑπερηφάνεια, τὴν τοπικὴ κοινότητα καὶ τὶς διαπροσωπικὲς σχέσεις», ἐξηγεῖ ὁ κ. Βερτουδάκης. «Ἀντὶ νὰ ἀναπτύξουν συνείδηση τῶν θεσμῶν, ὅπως συνέβη στὴ Δυτικὴ Εὐρώπη, οἱ ἑλληνικὲς κοινότητες διαποτίστηκαν ἀπὸ τὸ φιλότιμο, τὸ ὁποῖο δὲν πυροδοτήθηκε ἀπὸ τὸν νόμο καὶ τὴ λογικὴ ἀλλὰ ἀπὸ τὸ ἔντονο συναίσθημα καὶ ὡς ἕναν βαθμὸ ἀπὸ τὴν οἰκειότητα».
Καὶ ἔτσι ἡ συναισθηματικὴ πλευρὰ τῆς ἑλληνικῆς ἰδιοσυγκρασίας διαπερνᾶ ὅλη τὴ σύγχρονη ἑλληνικὴ ἱστορία. Τὸν Μάιο τοῦ 1941, ὅταν οἱ δυνάμεις τοῦ Ἄξονα ἐξαπέλυσαν ἐπίθεση ἐναντίον τῆς Κρήτης, οἱ ντόπιοι ὄχι μόνο πῆραν τὰ κουζινομάχαιρα καὶ ὅ,τι ἄλλο ἀπὸ τὴν καθημερινότητα μποροῦσε νὰ γίνει ὅπλο, πέρασαν μέσα ἀπὸ τὰ πανύψηλα, τραχιὰ βουνὰ καὶ τὰ ἀπότομα φαράγγια τοῦ νησιοῦ τους καὶ βρῆκαν τὰ καλύτερα κρησφύγετα γιὰ τοὺς Βρετανοὺς καὶ Αὐστραλοὺς στρατιῶτες. Οὔτε ἡ πείνα, οὔτε ἡ ἀπειλὴ τῆς θανατικῆς ποινῆς τοὺς σταμάτησαν. Ἡ αἴσθηση τοῦ καθήκοντος, τῆς τιμῆς καὶ τὸ θάρρος τοὺς ὑπερέβη τὰ πάντα.
Σήμερα, συνεχίζει τὸ δημοσίευμα, σχεδὸν 76 χρόνια μετά, οἱ κάτοικοι τῆς Λέσβου, τῆς Χίου καὶ τῆς Κῶ, περιοχὲς γνωστὲς γιὰ τὸ φυσικό τους κάλλος καὶ μεγάλοι τουριστικοὶ προορισμοὶ -ἐν μέσω οἰκονομικῆς κρίσης- πηδοῦσαν μέσα στὶς βάρκες γιὰ νὰ σώσουν τοὺς πρόσφυγες.
«Γιατί μου λέτε, μπράβο, παιδιά μου;» ἀναρωτιόταν ἡ 86χρονη γιαγιὰ τῆς Συκαμνιᾶς, Αἰμιλία Καμβύση, ἀναφέρει τὸ BBC, κάνοντας εἰδικὴ μνεία στὶς περίφημες γιαγιάδες -τὴν 89χρονη Εὐστρατία Μαυραπίδου καὶ τὴν 85χρονη Μαρίτσα Μαυραπίδου ποὺ ἔγιναν σύμβολα τῶν ἐθελοντῶν κατοίκων τῆς Λέσβου ὅταν ὁ φωτογραφικὸ φακὸς «τὶς συνέλαβε» νὰ περιποιοῦνται ἕνα βρέφος παιδὶ μιᾶς προσφυγοπούλας ἀπὸ τὴ Συρία, ποὺ μόλις εἶχε ἀποβιβασθεῖ στὴν ἀκτὴ- ἀλλὰ καὶ στὸν ψαρὰ Στρατὴ Βαλιαμό.
«Τί τὸ ξεχωριστὸ κάνω; Δὲν θὰ κάνατε τὸ ἴδιο;», ἀναρωτιόταν. Γιὰ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, τὸ φιλότιμο εἶναι ἁπλὰ τρόπος ζωῆς.
Ο Deffner ἑτοιμάζει ξανὰ βαλίτσα γιὰ νὰ ἐπισκεφθεῖ γιὰ ἕνα ἀκόμη καλοκαίρι τὴν πανσιὸν τῆς γιαγιᾶς Βαγγελιῶς.
«Ποιὸς εἶναι ὁ δικός σας ὁρισμὸς γιὰ τὸ "φιλότιμο";», τὸν ρωτᾶ ὁ δημοσιογράφος.
«Δυὸ - τρεῖς θετικὲς σκέψεις, ἕνα λίτρο ὄρεξη γιὰ ζωή, 500 γραμμάρια φιλοξενίας, 10 σταγόνες συμπάθειας, μιὰ οὐγκιὰ ὑπερηφάνειας, ἀξιοπρέπεια καὶ ἡ ἐσωτερικὴ φωνὴ μας» ἀπαντᾶ.